Η τεστοστερόνη είναι μια στεροειδής ορμόνη που ανήκει στην ομάδα των ανδρογόνων και αποτελεί την κύρια αρσενική ορμόνη του φύλου.
Η έλλειψη της τεστοστερόνης είναι ένα κλινικό και βιοχημικό σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από έλλειψη τεστοστερόνης ή μειωμένη δράση της και συνοδεύεται από σχετιζόμενα συμπτώματα και κλινικά σημεία. Μπορεί να επηρεάζει τη λειτουργία πολλών οργάνων και συστημάτων και έχει ως αποτέλεσμα σημαντική αρνητική επίπτωση στην ποιότητα της ζωής του άνδρα και στη σεξουαλική λειτουργία.
Ο επιπολασμός της συμπτωματικής έλλειψης τεστοστερόνης με βάση στοιχεία τεσσάρων μεγάλων επιδημιολογικών μελετών είναι 2-6%.
Διάγνωση
Απαιτείται η αναγνώριση κλινικών συμπτωμάτων και σημείων που σχετίζονται με την έλλειψη της τεστοστερόνης. Τα κυριότερα είναι:
1.Εκτίμηση των σωματικών χαρακτηριστικών που περιλαμβάνουν ύψος, βάρος, ΒΜΙ, περιφέρεια μέσης , ανάπτυξη μαστών.
2.Τρίχωση (προσώπου και σώματος, ανδρογενής αλωπεκία).
3. Έλεγχος του πέους και των όρχεων (ανάπτυξη, μέγεθος, θέση, σύσταση).
4.Έλεγχος της φυσικής λειτουργίας (μυϊκή ανάπτυξη, κόπωση)
5.Έλεγχος της διανοητικής κατάστασης (συγκέντρωση, μνήμη ) και του ύπνου.
Επιπλέον όμως απαιτείται με βάση και τον ορισμό ο έλεγχος της τεστοστερόνης:
1.Έλεγχος ολικής τεστοστερόνης (μεταξύ της 8ης πρωινής και 12ης μεσημβρινής ώρας.
α) Αν η τεστοστερόνη είναι >12nmol /l (346ng/dl) τότε η διάγνωση δεν είναι πιθανή.
β)Αν η τεστοστερόνη είναι <12nmol/l (346ng/dl) τότε προχωράμε στο επόμενο βήμα.
Επανέλεγχος της τεστοστερόνης μετά από μια τουλάχιστον εβδομάδα μαζί με έλεγχο της LH (ωχρινοτρόπος ορμόνη) και της προλακτίνης.
Aπο τον ανδρολόγο-ουρολόγο Ιωάννη Μπουζαλά