Ο χυλοθώρακας αποτελεί μια παθολογική κατάσταση, κατά την οποία υπάρχει διαρροή και συλλογή λέμφου εντός της υπεζωκοτικής κοιλότητας – της κοιλότητας μεταξύ του θωρακικού τοιχώματος και του πνεύμονα. Αποτελεί, δηλαδή, μία μορφή πλευριτικής συλλογής πλούσια σε τριγλυκερίδια. Εάν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα, μπορεί να αποδειχτεί επικίνδυνος για τη ζωή και την υγεία του ασθενούς.
Ο Εξειδικευμένος Χειρουργός Θώρακος Τιμόθεος Σακελλαρίδης μας ενημερώνει αναλυτικά.
Ποια είναι η παθογένεση του χυλοθώρακα;
Η λέμφος παράγεται από την απορρόφηση του λίπους και των τριγλυκεριδίων από τις τροφές, κατά τη διάρκεια της πέψης και συγκεντρώνεται στην κοιλιά σε ένα όργανο που καλείται χυλοφόρος δεξαμενή. Από εκεί η λέμφος, μέσω κυρίως του μείζονος θωρακικού πόρου αλλά και του ελάσσονος θωρακικού πόρου, εισέρχεται στην κυκλοφορία. Οι ανωτέρω δομές αφού διαπεράσουν το διάφραγμα, πορεύονται στο οπίσθιο μεσοθωράκιο και εκβάλλουν στην αριστερή σφαγίτιδα φλέβα και στις υποκλείδιες φλέβες. Από τον θωρακικό πόρο παροχετεύονται περίπου 2 λίτρα λέμφου ημερησίως, αλλά η ροή εξαρτάται από τη δίαιτα και αυξάνεται σημαντικά με τη λήψη λιπών. Οποιαδήποτε διαταραχή κατά τη μεταφορά της λέμφου εντός της θωρακικής κοιλότητας μπορεί να επιφέρει την εμφάνιση χυλοθώρακα. Συνήθως είναι δευτεροπαθής και πρόκειται είτε για απόφραξη είτε για τρώση.
Τι τον προκαλεί και ποια είναι η κλινική του εκδήλωση;
Κυριότερα αίτια είναι οι κακοήθεις εντός του θώρακα (πρωτοπαθείς και δευτεροπαθείς), το τραύμα, οι φλεγμονές, οι χειρουργικοί χειρισμοί εντός του θώρακα και σπάνια αυτόματα. Ο χυλοθώρακας συνήθως εμφανίζεται με δύσπνοια -το πιο συχνό σύμπτωμα-, βήχα, θωρακικό αίσθημα βάρους, κόπωση και συμπτώματα υπογκαιμίας.
Πώς γίνεται η διάγνωση;
Η απεικόνιση του θώρακα με ακτινογραφία θώρακος και αξονική τομογραφία θώρακος θα μας επιβεβαιώσει την παρουσία πλευριτικής συλλογής. Η διάγνωση του χυλοθώρακα γίνεται αποκλειστικά με εξέταση του υγρού, που λαμβάνεται μέσω παρακέντησης. Έχει χαρακτηριστική γαλακτόχρου χροιά, ενώ στην εξέταση του υγρού κυριαρχεί η παρουσία τριγλυκεριδίων και χοληστερίνης.
Η αντιμετώπιση του χυλοθώρακα απαιτεί νοσηλεία;
Η αντιμετώπισή του ποικίλλει ανάλογα με την αιτιολογία. Ο ασθενής θα πρέπει να παραπεμφθεί σε εξειδικευμένο ιατρό και
να νοσηλευθεί. Αρχικά καταβάλλονται προσπάθειες για να παροχετευθεί η συλλογή αυτή με την τοποθέτηση σωλήνος παροχέτευσης θώρακος και να περιοριστεί η παραγωγή λέμφου. Έτσι, ο ασθενής θα τεθεί είτε σε ειδική διατροφή από το στόμα (δίαιτα με μέσης αλύσου τριγλυκερίδια), είτε θα απαγορευθεί οποιαδήποτε λήψη τροφής και υγρών από το στόμα, με παροχή των απαραίτητων ουσιών και υγρών ενδοφλεβίως. Μετά από ένα διάστημα αναμονής και καθημερινής αξιολόγησης του ασθενούς και του παροχετευόμενου υγρού, αποφασίζεται η περαιτέρω πορεία και αντιμετώπιση. Αν ο χυλοθώρακας επιμείνει περισσότερο από 7 ημέρες και η ποσότητα του παροχετευόμενου υγρού από τον θώρακα είναι μεγαλύτερη των 1000 ml ανά 24ωρο, τίθεται ένδειξη χειρουργικής θεραπείας. Επίσης, εάν αρχικά περιοριστεί αλλά υποτροπιάσει με τη λήψη τροφής ή με τα ανωτέρω συντηρητικά μέτρα δεν ελέγχεται, τότε η χειρουργική προσέγγιση είναι η επόμενη επιλογή.
Πώς γίνεται το χειρουργείο και ποια η πιθανότητα υποτροπής;
Η χειρουργική παρέμβαση αποσκοπεί να αποκόψει την πορεία της λέμφου, απολινώνοντας τον μείζονα θωρακικό πόρο ένθεν και ένθεν του σημείου διαρροής. Η παρέμβαση αυτή γίνεται θωρακοσκοπικά με κάμερα (VATS) ή με θωρακοτομή, ανάλογα την αιτία του χυλοθώρακα και την εμπειρία του χειρουργού. Άλλη εναλλακτική του τρόπου αντιμετώπισης αποτελεί ο εμβολισμός του μείζονος θωρακικού πόρου, από επεμβατικό ακτινολόγο. Λόγω, όμως, της παρουσίας πολλαπλών παραλλαγών στο δίκτυο του μείζονος και ελάσσονος θωρακικού πόρου, υπάρχει πιθανότητα υποτροπής. Η εμπειρία του χειρουργού και η λήψη όλων των απαραίτητων μέτρων για την ανεύρεση επακριβώς του σημείου διαρροής της λέμφου εντός της υπεζωκοτικής κοιλότητας, ελαχιστοποιούν τις πιθανότητες υποτροπής.
Από τον Χειρουργό Θώρακος Τιμόθεο Σακελλαρίδη