Κάθε χρόνο η στεφανιαία νόσος σκοτώνει 10 εκατομμύρια ανθρώπους, πληθυσμό ίσο με μία Ελλάδα. Σε αυτή οφείλεται το 16% των θανάτων παγκοσμίως, ενώ στη χώρα μας, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας χάνονται κάθε χρόνο περίπου 8.500 Έλληνες από τη στεφανιαία νόσο και τις επιπλοκές της.
Για την αντιμετώπισή της, μας μιλά η Δρ Μαρία Καλλιόπη Κωνσταντινίδου, τονίζοντας βέβαια πως η νόσος πρέπει να αντιμετωπίζεται έγκαιρα, προκειμένου ο ασθενής να έχει το καλύτερο προσδόκιμο επιβίωσης.
Τι είναι η στεφανιαία νόσος και με τι σύμπτωμα εμφανίζεται;
Είναι μία πάθηση των αγγείων που δίνουν αίμα στην καρδιά. Προκαλείται από τη συσσώρευση αθηρωματικής πλάκας στις στεφανιαίες αρτηρίες, που σταδιακά μειώνει ή και αποφράσσει τον αυλό τους. Έτσι, δεν επιτρέπει στο αίμα να οξυγονώσει όλη την καρδιά. Ο πόνος στο στήθος ή «στηθάγχη» όπως λέγεται, αποτελεί το πιο συνηθισμένο σύμπτωμα της στεφανιαίας νόσου.
Μπορεί να εκδηλωθεί ως αίσθημα πίεσης ή δυσφορίας και να αντανακλά στο χέρι, την πλάτη, στο λαιμό ή τη γνάθο. Συχνά συνοδεύεται από ζάλη, ναυτία ή ταχυκαρδία. Συνήθως εμφανίζεται μετά από κόπωση ή έντονη συναισθηματική φόρτιση.
Με ποιο τρόπο αντιμετωπίζεται;
Η αντιμετώπιση της στεφανιαίας νόσου εξατομικεύεται αναλόγως των συμπτωμάτων που εκδηλώνουμε, της γενικής μας κατάστασης και της έκτασης των βλαβών στα στεφανιαία αγγεία.
Κάποιες φορές η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να αρκεί, ενώ συχνά απαιτείται η τοποθέτηση στεντ-ενδοαυλικής πρόθεσης στο στεφανιαίο αγγείο από καρδιολόγο. Σε περιπτώσεις που οι βλάβες είναι εκτεταμένες, η χειρουργική αντιμετώπιση είναι η επιβεβλημένη.
Ποιες είναι οι χειρουργικές τεχνικές;
Η χειρουργική αντιμετώπιση της στεφανιαίας νόσου γίνεται με την επαναιμάτωση του μυοκαρδίου με αορτοστεφανιαία παράκαμψη, το γνωστό ως «μπάι-πας». Οι αποφραγμένες αρτηρίες παρακάμπτονται με μοσχεύματα που λαμβάνονται από τον ασθενή. Προκειμένου να πραγματοποιηθεί η επέμβαση, η καρδιά σταματάει να πάλλεται και συνδέεται στη μηχανή εξωσωματικής κυκλοφορίας, που την υποκαθιστά μέχρι να ολοκληρωθεί η επέμβαση. Ωστόσο, υπάρχει δυνατότητα η επέμβαση να γίνει ενώ η καρδιά χτυπάει και χωρίς τη χρήση αυτής της μηχανής μειώνοντας, έτσι, τους πιθανούς κίνδυνους από τη χρήση της.
Ο τρόπος που θα γίνει η επέμβαση εξαρτάται από την εμπειρία του καρδιοχειρουργού, αλλά και από την κλινική κατάσταση του ασθενούς. Η ενδοσκοπική και ρομποτική χειρουργική συντελούν, ώστε η επέμβαση αυτή να μπορεί να γίνει με μια μικρή τομή στον θώρακα.
Με τη βοήθεια κάμερας και κατάλληλου εξοπλισμού μπορούμε να παρακάμψουμε το αποφραγμένο αγγείο. Για την επέμβαση αορτοστεφανιαίας παράκαμψης χρησιμοποιούμε αρτηριακά και φλεβικά μοσχεύματα. Οι έσω μαστικές αρτηρίες που βρίσκονται πίσω από το στέρνο μας είναι άριστα μοσχεύματα. Επιπλέον, χρησιμοποιείται η κερκιδική αρτηρία που βρίσκεται στον πήχη και τα φλεβικά μοσχεύματα που λαμβάνονται από το πόδι. Αυτά τα μοσχεύματα μπορούμε να τα πάρουμε με μικρές οπές και τη χρήση κάμερας.
Μετεγχειρητικά, πώς είναι ο ασθενής;
Ο ασθενής μπορεί να κινητοποιηθεί άμεσα μετεγχειρητικά και σε τρεις μέρες να επιστρέψει σπίτι του. Η αποκατάστασή του γίνεται σε μερικές εβδομάδες και δεν απαιτείται να απέχει για καιρό από τις αγαπημένες του ασχολίες και τη δουλειά του.
Χάρη στις σύγχρονες ενδοσκοπικές και ρομποτικές τεχνικές μειώνουμε τις επιπλοκές αλλά και τον πόνο. Έχουμε μικρότερο τραύμα και συνεπώς μικρότερη απώλεια αίματος και κίνδυνο λοίμωξης. Η ταχύτερη επούλωση και η απουσία μετεγχειρητικού πόνου βοηθάει στη γρήγορη αποκατάσταση και επιστροφή στην καθημερινότητα, ενώ έχουμε και ένα άριστο αισθητικό αποτέλεσμα.
Ακόμα όμως και σε περιπτώσεις που απαιτείται επέμβαση με στερνοτομή, η τομή είναι πολύ μικρότερη από αυτές που συνηθίζονταν ως τώρα. Ο ασθενής επιστρέφει σπίτι του σε τέσσερις μέρες. Με τις κατάλληλες οδηγίες και υποστήριξη, επιστρέφει σύντομα στην καθημερινότητά του.
Από την Χειρουργό Καρδιάς & Θώρακος, Δρ Μαρία Καλλιόπη Κωνσταντινίδου