Η Μαγνητική Τομογραφία Καρδιάς προσφέρει μια ολιστική προσέγγιση του καρδιολογικού ασθενούς, δίνοντας μια πλήρη εικόνα του καρδιαγγειακού μας συστήματος – γι’ αυτό και χαρακτηρίζεται και ως “One-Stop-Shop”, δηλαδή υπηρεσία μίας στάσης.
Ο Ειδικός Καρδιολόγος, Γρηγόριος Χατζαντώνης, μας εξηγεί γιατί διαφοροποιείται από τις άλλες καρδιολογικές εξετάσεις και επισημαίνει πως είναι η μοναδική, αναίμακτη απεικονιστική μέθοδος που προσφέρει χαρακτηρισμό του καρδιακού μυός σε επίπεδο ιστού, καθιστώντας την κορυφαία εξέταση για την διερεύνηση όλων των μυοκαρδιοπαθειών.
Γιατί να κάνει κάποιος τη συγκεκριμένη εξέταση;
Η Μαγνητική Τομογραφία Καρδιάς μπορεί να δώσει λύσεις σε πολλά σημαντικά κλινικά ερωτήματα, όπου οι άλλες εξετάσεις αδυνατούν. Τα οφέλη για τον ίδιο τον ασθενή έγκεινται στην:
- Διαλεύκανση της αιτιολογίας μιας δομικής μυοκαρδιοπάθειας και καθοδήγηση της κατάλληλης θεραπείας.
- Ανεύρεση μυοκαρδίτιδας και περικαρδίτιδας, δηλαδή φλεγμονής στον καρδιακό μυ και στον σάκο που περιβάλλει την καρδιά.
- Μέγιστη διακριτική ικανότητα για τη λειτουργική αξιολόγηση της αιμάτωσης του καρδιακού μυός και ανεύρεση κλινικά σημαντικής στεφανιαίας νόσου που απαιτεί θεραπεία.
- Αξιολόγηση βιωσιμότητας του μυοκαρδίου για τη σωστή απόφαση διάνοιξης μιας στεφανιαίας αρτηρίας.
- Ανεύρεση αρρυθμιογόνου εστίας και καθοδήγηση μιας επιτυχημένης κατάλυσης.
- Απουσία επιβλαβούς ακτινοβολίας και του εν δυνάμει νεφροτοξικού σκιαγραφικού της αξονικής τομογραφίας.
Πώς διενεργείται η εξέταση;
Αρχικά τοποθετείται ένας περιφερειακός φλεβοκαθετήρας για την ενδοφλέβια έγχυση του γαδολινίου, δηλαδή της παραμαγνητικής ουσίας που βοηθάει στην ανίχνευση αλλοιώσεων του καρδιακού μυός. Έπειτα, ο ασθενής μπαίνει στον μαγνητικό τομογράφο και ξεκινάει η εξέταση. Με τη βοήθεια ηλεκτροκαρδιογραφήματος γίνεται η παρακολούθηση του ασθενούς, αλλά και ο συγχρονισμός της καρδιακής λειτουργίας με τη λήψη εικόνων.
Η εξέταση διαρκεί 40 με 50 λεπτά, όπου ο ασθενής θα πρέπει να ακολουθεί αναπνευστικές εντολές των 8 με 12 δευτερολέπτων.
Υπάρχει κάτι ανησυχητικό στην εκτέλεση της εξέτασης;
Η Μαγνητική Τομογραφία Καρδιάς απαιτεί συνήθως, τη χορήγηση μιας ασφαλούς παραμαγνητικής ουσίας, του γαδολινίου. Ενώ έχει περιγραφεί στη βιβλιογραφία η εναπόθεση του γαδολινίου στον εγκέφαλο, η εναπόθεση αυτή εμφανίζεται μετά από επαναλαμβανόμενες χορηγήσεις και αυξημένη αθροιστική δόση, ενώ δεν υπάρχουν επιστημονικά δεδομένα που να αναφέρουν κάποια επιβλαβή συνέπεια για τον ασθενή.
Σε αντίθεση με τα ιωδιούχα σκιαγραφικά που χρησιμοποιούνται στην αξονική τομογραφία ή στη στεφανιογραφία, το γαδολίνιο εμφανίζει πολύ μικρότερη πιθανότητα αλλεργικής αντίδρασης και επιπλέον, δεν είναι τοξικό για τους νεφρούς.
Οι προσθετικές καρδιακές βαλβίδες, βιολογικές και μεταλλικές, καθώς και τα stent στα στεφανιαία αγγεία ΔΕΝ αποτελούν αντένδειξη για τη μαγνητική τομογραφία. Στην περίπτωση που ένας ασθενής φέρει βηματοδότη ή εμφυτεύσιμο απινιδωτή, ΔΕΝ θα πρέπει να αποκλείεται αυτομάτως από την εξέταση, μιας και τα περισσότερα σύγχρονα μοντέλα δίνουν τη δυνατότητα διενέργειας μαγνητικής τομογραφίας υπό ορισμένες συνθήκες.
Μια πιθανή κλειστοφοβία μπορεί να αντιμετωπιστεί με τη βοήθεια του ευρέος ανοίγματος των 70 εκατοστών των σύγχρονων μαγνητικών τομογράφων, καθώς και με την επιλογή της μουσικής της αρεσκείας του ασθενούς κατά τη διάρκεια της εξέτασης. Η χορήγηση αγχολυτικής ουσίας είναι δυνατή και γίνεται από εξειδικευμένο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό.
Μετά την εξέταση τι περιμένει ο ασθενής;
Ακολουθεί η αξιολόγηση της εξέτασης μαζί με την έκδοση μιας πλήρους αναφοράς από εξειδικευμένους καρδιολόγους και ακτινολόγους πάνω στον τομέα. Στόχος είναι η ολοκληρωμένη ενημέρωση των θεραπόντων συναδέλφων για την καλύτερη αντιμετώπιση του ασθενούς.