Ο καρκίνος του λάρυγγα είναι ο πιο συνήθης καρκίνος στην περιοχή κεφαλής και τραχήλου και αποτελεί το 2% των καρκίνων του σώματος. Το 75% των λαρυγγικών καρκίνων εντοπίζονται στη γλωττιδική περιοχή. Στο πρώιμο στάδιο, ο όγκος παραμένει περιορισμένος στη γλωττιδική περιοχή, επειδή οι γνήσιες φωνητικές χορδές δεν έχουν λεμφαγγεία. Οι θεραπευτικές επιλογές περιλαμβάνουν την ακτινοθεραπεία, την ανοικτή μερική λαρυγγεκτομή και την ενδοσκοπική με laserCO2 αφαίρεση. Οι ασθενείς με πρώιμο γλωττιδικό καρκίνο έχουν γενικά καλή πρόγνωση. Οι στόχοι της θεραπευτικής επιλογής είναι η ίαση και διατήρηση του λάρυγγα και μπορούν να επιτευχθούν με όλες τις θεραπευτικές επιλογές. Οι επιπρόσθετοι στόχοι περιλαμβάνουν την ελαχιστοποίηση του κόστους, των σοβαρών επιπλοκών και την όσο το δυνατόν καλύτερη ποιότητα φωνής.
Η ακτινοθεραπεία αποτέλεσε για πολύ καιρό τον χρυσό κανόνα στην αντιμετώπιση του πρώιμου γλωττιδικού καρκίνου, γιατί έχει σαφή πλεονεκτήματα όπως το υψηλό ποσοστό ίασης και τη διατήρηση καλής ποιότητας φωνής. Είναι γνωστό ότι σε ένα μεγάλο αριθμό ασθενών με πρώιμο γλωττιδικό καρκίνο, ο όγκος έχει ήδη αφαιρεθεί με τη διαγνωστική βιοψία. Το γεγονός λοιπόν ότι πολλοί ασθενείς που δεν έχουν καρκίνο υποβάλλονται σε ακτινοθεραπεία, δεν είναι γενικά αποδεκτό λόγω του κινδύνου ενός ακτινογενούς καρκίνου. Άλλο ένα μειονέκτημα της ακτινοθεραπείας είναι ότι στην περίπτωση μιας τοπικής υποτροπής ή ενός δεύτερου πρωτοπαθούς όγκου δεν μπορεί να ξαναχρησιμοποιηθεί και είναι πολύ σπάνιο επίσης να μπορεί ο ασθενής να υποβληθεί σε ανοικτή μερική λαρυγγεκτομή και συχνά, η μόνη επιλογή είναι η ολική λαρυγγεκτομή. Ακόμη, έχει και διάφορες ανεπιθύμητες παρενέργειες όπως η ξηροστομία, το οίδημα και η χονδροραδιονέκρωση.
Η μερική λαρυγγεκτομή είναι μια καθιερωμένη χειρουργική επιλογή, αλλά σήμερα χρησιμοποιείται κυρίως για την αντιμετώπιση των T1 γλωττιδικών καρκίνων που καταλαμβάνουν την πρόσθια γωνία και σαν θεραπεία μετά την υποτροπή από ακτινοθεραπεία. Τα μειονεκτήματά της είναι ότι ο ασθενής εμφανίζει πολύ μεγαλύτερη νοσηρότητα λόγω της αναγκαιότητας προσωρινής τραχειοστομίας, χρειάζεται μεγαλύτερη νοσηλεία και πολύ συχνά χρήση ρινογαστρικού καθετήρα σίτισης Levin.
Η ενδοσκοπική χειρουργική με laserCO2 εξελίχθηκε τα τελευταία χρόνια σε μια χειρουργική μέθοδο που συνδυάζει μια ελάχιστα ακρωτηριαστική προσπέλαση με την ακρίβεια του Laser και του μικροσκοπίου. Έτσι επιτρέπει στο χειρουργό να προσφέρει μια αποτελεσματική και οριστική θεραπεία στην αντιμετώπιση του γλωττιδικού καρκίνου, με μικρότερο κόστος και πιο αποδεκτή από την παραδοσιακή ακτινοθεραπεία. Σήμερα, η ενδοσκοπική χειρουργική με laserCO2 είναι μια ευρέως αποδεκτή εναλλακτική μέθοδος στις παραδοσιακές ενδοσκοπικές τεχνικές με συμβατικά εργαλεία, στην ανοικτή μερική λαρυγγεκτομή και στην ακτινοθεραπεία, κυρίως στην αντιμετώπιση του πρώιμου γλωττιδικού καρκίνου.
Τα πλεονεκτήματα της χειρουργικής με laserCO2 συνίστανται στο ότι εξασφαλίζει ικανή διεγχειρητική αιμόσταση, ακρίβεια εκτομής του ιστού, περιορισμένο μετεγχειρητικό οίδημα, ελαχιστοποίηση της μεταστατικής διασποράς διεγχειρητικά, προκαλώντας απόφραξη των μικρών αιμοφόρων αγγείων και των λεμφαγγείων. Επίσης προσφέρει ανεμπόδιστη και μεγενθυμένη έκθεση της βλάβης. Εξ αιτίας αυτών των πλεονεκτημάτων η τραχειοστομία δεν είναι απαραίτητη, η περιεγχειρητική νοσηρότητα είναι χαμηλή, η κατάποση διαταράσσεται πολύ λιγότερο και τα αποτελέσματα στη λειτουργία της φωνής είναι πολύ ικανοποιητικά. Ακόμη ένα πολύ σημαντικό πλεονέκτημα αυτής της χειρουργικής επιλογής είναι ότι αφήνει ανοικτές όλες τις θεραπευτικές επιλογές σε ασθενείς με τοπική υποτροπή ή δεύτερο πρωτοπαθή όγκο στην περιοχή κεφαλής και τραχήλου, που περιλαμβάνουν Laser επανεγχείρηση, ανοικτή μερική λαρυγγεκτομή και ακτινοθεραπεία. Τα τελευταία χρόνια έχουν αναφερθεί στη βιβλιογραφία πολύ καλά αποτελέσματα ογκολογικά και λειτουργικά, στην αντιμετώπιση των πρώιμων γλωττιδικών καρκίνων με ενδοσκοπική αφαίρεση laserCO2 . Η πενταετής επιβίωση αναφέρεται στο 80-94% και η διατήρηση του λάρυγγα είναι εφικτή σε περισσότερες από 94% των περιπτώσεων.
Η χειρουργική για κακοήθεις βλάβες περιλαμβάνει πλήρη αφαίρεση του όγκου που επιβεβαιώνεται με ταχείες βιοψίες διεγχειρητικά. Πολλές φορές το στάδιο του καρκίνου κατά ΤΝΜ τροποποιείται μετεγχειρητικά με τα αποτελέσματα της ιστολογικής.
Η Επιτροπή Επιστημονικής Ορολογίας της Ευρωπαϊκής Λαρυγγολογικής Κοινότητας, λαμβάνοντας υπόψη την ιστολογική και ανατομική έκταση της βλάβης, κατηγοριοποίησε τις χορδεκτομές σε διάφορους τύπους.
1. Χορδεκτομή τύπου Ι:
2. Χορδεκτομή τύπου ΙΙ:
3. Χορδεκτομή τύπου ΙΙΙ:
4. Xορδεκτομή τύπου ΙV:
5. Χορδεκτομή τύπου V:
Ο τοπικός έλεγχος της νόσου, η διατήρηση του λάρυγγα και το ποσοστό επιβίωσης των ασθενών με πρώιμο γλωττιδικό καρκίνο είναι παρόμοια μετά από ενδοσκοπική αφαίρεση με laserCO2, ανοικτή μερική λαρυγγεκτομή και ακτινοθεραπεία. Η τελική απόφαση για την κατάλληλη θεραπευτική επιλογή πρέπει να βασίζεται στην ακριβή εκτίμηση της βλάβης, την εμπειρία του χειρουργού και του ακτινοθεραπευτή και στην καλή μεταξύ τους συνεργασία. Πολύ σημαντικές παράμετροι που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη είναι η γενική κατάσταση και τυχόν άλλες παθήσεις του ασθενούς (καρδιοαγγειακά νοσήματα, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, δεύτεροι πρωτοπαθείς όγκοι κ.α.), η ηλικία και η επιθυμία του ασθενούς, καθώς επίσης οικονομικοί, κοινωνικοί και ψυχολογικοί παράγοντες.
Έτσι μπορεί κάποιος να συμπεράνει ότι η ενδοσκοπική μικροχειρουργική με laserCO2 στη θεραπεία του πρώιμου γλωττιδικού καρκίνου είναι η μέθοδος εκλογής, αφού η ρομποτική χειρουργική δεν μπορεί ακόμα να εφαρμοστεί στην περιοχή των φωνητικών χορδών, λόγω του μεγάλου όγκου των βραχιόνων.
ΧΟΡΔΕΚΤΟΜΗ ΤΥΠΟΥ Ι
ΧΟΡΔΕΚΤΟΜΗ ΤΥΠΟΥ ΙΙ
ΧΟΡΔΕΚΤΟΜΗ ΤΥΠΟΥ ΙΙΙ
ΧΟΡΔΕΚΤΟΜΗ ΤΥΠΟΥ ΙV