Η φλεβική θρόμβωση και η πνευμονική εμβολή ή αλλιώς θρομβοεμβολική νόσος, όπως αποκαλούνται από κοινού, αποτελεί μία από τις σημαντικότερες αιτίες θνησιμότητας της σύγχρονης εποχής. Υπολογίζεται ότι περίπου 500 χιλιάδες άνθρωποι στην Ευρώπη, εκ των οποίων οι 50 χιλιάδες στην Ελλάδα, πεθαίνουν κάθε χρόνο εξαιτίας της. Για να γίνει καλύτερα κατανοητό το μέγεθος του προβλήματος, αυτός ο αριθμός είναι υπερδιπλάσιος του ετησίου αριθμού θανάτων που προκαλούν αθροιστικά ο καρκίνος του μαστού, τα τροχαία ατυχήματα και το AIDS!
Θρόμβωση σημαίνει δημιουργία θρόμβου (πήξη του αίματος) στο εσωτερικό μίας φλέβας, συνήθως στα κάτω άκρα, που εμποδίζει τη ροή του αίματος. Το πιο συνηθισμένο σύμπτωμα είναι ένα ξαφνικό, επίμονο πρήξιμο στη γάμπα ή και στο μηρό, που μπορεί να συνοδεύεται από πόνο ή και ερυθρότητα, ειδικά αν αφορά τις επιφανειακές φλέβες.
Παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο για εμφάνιση φλεβικής θρόμβωσης είναι η παρατεταμένη ακινησία πχ ένα πολύωρο αεροπορικό ταξίδι ή η παραμονή στο κρεββάτι για ανάρρωση από κάποια ασθένεια, μία πρόσφατη χειρουργική επέμβαση, ιδίως ορθοπαιδικής φύσης στα κάτω άκρα, η λήψη αντισυλληπτικών, η εγκυμοσύνη, η παχυσαρκία καθώς και ασθενείς με σοβαρό πρόβλημα φλεβικής ανεπάρκειας και κιρσών.
Η διάγνωση βασίζεται στη λεπτομερή λήψη του ιστορικού του ασθενούς καθώς και την κλινική εξέταση, όπου διαπιστώνεται η παρουσία του οιδήματος και συνήθως ο πόνος στην ψηλάφιση, αλλά για την επιβεβαίωση Ειναι απαραίτητη η διενέργεια έγχρωμης υπερηχητικής φλεβογραφίας (triplex φλεβών) που θέτει τη διάγνωση στο 99% των περιπτώσεων.
Μόλις διαγνωσθεί μία θρόμβωση, προτεραιότητα της θεραπείας είναι να αποφευχθεί η επέκταση της και κυρίως η πνευμονική εμβολή, το να αποσπασθεί δηλαδή ένα κομμάτι του θρόμβου και μέσω της κυκλοφορίας να “σφηνωθεί” στους πνεύμονες, γεγονός που μπορεί να αποβεί θανατηφόρο. Η άμεση αντιμετώπιση βασίζεται στην αντιπηκτική αγωγή, είτε με ενέσεις είτε με χάπια, η οποία θα συνεχιστεί για 3-6 μήνες. Σε σοβαρές ωστόσο περιπτώσεις, όπου η θρόμβωση είναι ιδιαίτερα εκτεταμένη και απειλείται άμεσα η ζωή του ασθενούς, μπορεί να απαιτηθεί η λήψη και επιπλέον μέτρων, όπως η τοποθέτηση φίλτρου που σαν δίχτυ «ψαρεύει» τυχόν κομμάτια θρόμβου που ξεκολλάνε ή χορήγηση ειδικής θρομβολυτικής αγωγής για τη διάλυση του θρόμβου, η οποία ωστόσο έχει υψηλά ποσοστά επιπλοκών και γι’ αυτό η χρήση της δεν είναι πρώτη επιλογή.
Έχοντας λοιπόν περιορίσει τον κίνδυνο των επιπλοκών, επόμενος θεραπευτικός στόχος είναι η λεγόμενη επανασηραγγοποίηση, να ανοίξει δηλαδή το θρομβωμένο τμήμα της φλέβας. Αυτό κατά κύριο λόγο επιτυγχάνεται από τον ίδιο τον οργανισμό, ο οποίος σαν το μετροπόντικα ανοίγει σταδιακά ένα τούνελ δια μέσω του θρόμβου ώστε να αποκατασταθεί η ροή του αίματος, η οποία εν τω μεταξύ γίνεται μέσω παράπλευρου δικτύου. Η διαδικασία αυτή υποβοηθείται από την αντιπηκτική αγωγή καθώς και από την έγκαιρη κινητοποίηση του ασθενούς, με χρήση ειδικής ελαστικής κάλτσας, το να σηκωθεί δηλαδή και να περπατήσει το συντομότερο δυνατό σε αντίθεση με τις παλιότερες απόψεις που ήθελαν τον ασθενή με θρόμβωση σε πλήρη ακινησία στο κρεβάτι για σημαντικό διάστημα.
Παράλληλα ωστόσο με τη θεραπεία εξίσου σημαντική είναι κι η διερεύνηση της αιτίας, γιατί δηλαδή συνέβη η θρόμβωση. Αν και στις περισσότερες περιπτώσεις οφείλεται στην ύπαρξη ενός ή περισσοτέρων από τους παράγοντες που αναφέρθηκαν, αρκετές φορές η αιτία δεν είναι προφανής, οπότε πρέπει να διερευνηθεί η πιθανή ύπαρξη θρομβοφιλίας, η γενετική προδιάθεση του οργανισμού δηλαδή να δημιουργεί θρομβώσεις καθώς επίσης και η πιθανότητα κακοήθειας, της οποίας μία θρόμβωση μπορεί να αποτελεί το πρώτο σύμπτωμα.
Από τον Aγγειοχειρουργό Χρήστο Ρηγόπουλο.