Η απώλεια ακοής συχνά αναφέρεται ως «αόρατη αναπηρία», ένας όρος που αποτυπώνει την απουσία εμφανών σημείων, αλλά και την αδυναμία του κοινού να αντιληφθεί τη βαρύτητά της. Αυτή η σιωπηλή πραγματικότητα επιφέρει στιγματισμό και κοινωνικό αποκλεισμό για πολλούς ανθρώπους. Με περισσότερα από 1,5 δισεκατομμύρια άτομα που ζουν με απώλεια ακοής, η παγκόσμια κοινότητα καλείται να αντιμετωπίσει ένα από τα πιο εκτεταμένα και συνεχώς αυξανόμενα προβλήματα υγείας.
O Χειρουργός Ωτορινολαρυγγολόγος Ιωάννης Αθανασόπουλος μας μιλά για τις επιπτώσεις της απώλειας ακοής στη ζωή μας, τι την επηρεάζει και τη σημασία του προληπτικού ελέγχου, που θα πρέπει να ξεκινά ήδη από τη νεογνική ηλικία.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας:
- Εάν δεν ληφθούν αποτελεσματικά μέτρα έως το 2050, η απώλεια ακοής θα επηρεάσει περίπου 2,5 δισεκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως
- Το 65% των ενηλίκων άνω των 60 ετών και 34 εκατομμύρια παιδιά βιώνουν απώλεια ακοής
- Το 60% των περιπτώσεων απώλειας ακοής στα παιδιά κάτω των 15 ετών μπορεί να προληφθεί
- Περισσότερο από 1 δισεκατομμύριο νέοι βρίσκονται σε κίνδυνο να παρουσιάσουν απώλεια ακοής, λόγω έκθεσης σε μη ασφαλή επίπεδα θορύβου σε δραστηριότητες αναψυχής
Διάφοροι παράγοντες επηρεάζουν την ικανότητα ακοής όπως:
- ενδομήτριες λοιμώξεις
- λοιμώξεις μετά τη γέννηση (ερυθρά, ιλαρά, μηνιγγίτιδα, παρωτίτιδα)
- προωρότητα, υποξία και χαμηλό σωματικό βάρος κατά τη γέννηση
- δυνατοί ήχοι και θόρυβος
- ωτοτοξικές φαρμακευτικές ουσίες
- χρόνιες φλεγμονές στο αυτί
- γήρας
Γενικά, οι δυσκολίες στην επικοινωνία λόγω της απώλειας ακοής:
- επηρεάζουν δυσμενώς την ποιότητα ζωής
- οδηγούν σε απομόνωση, μοναξιά και πρόωρη έναρξη άνοιας
Επιπλέον στα παιδιά:
- δυσχεραίνουν την ανάπτυξη ομιλίας και λόγου
- προκαλούν μειωμένη σχολική απόδοση και μαθησιακά προβλήματα
Παράλληλα παρουσιάζονται και οικονομικές επιπτώσεις, λόγω μειωμένης παραγωγικότητας και επιβαρύνσεων στον τομέα της υγείας.
Η αντιμετώπιση της απώλειας ακοής απαιτεί δράσεις που περιλαμβάνουν:
- την ευαισθητοποίηση του κόσμου και των επαγγελματιών υγείας
- την προαγωγή της πρόληψης
- την ενθάρρυνση της έγκαιρης διάγνωσης και θεραπείας
Ο προληπτικός νεογνικός έλεγχος ακοής είναι απαραίτητος σε κάθε νεογέννητο για την έγκαιρη διάγνωση διαταραχών ακοής. Η έγκαιρη αντιμετώπιση της απώλειας ακοής πριν το βρέφος φτάσει σε ηλικία έξι μηνών έχει σημαντικά καλύτερα αποτελέσματα στην ομιλία και τη γλώσσα, από ό,τι αν η θεραπεία γίνει αργότερα. Η φυσιολογική ακοή βοηθά ένα παιδί να αναπτύξει την ομιλία και τις γλωσσικές δεξιότητές του, το διευκολύνει στην επικοινωνία και στην εκπαίδευσή του. Όσο μεγαλύτερη είναι η καθυστέρηση τόσο περισσότερα χάνει το παιδί από τη ζωή του, τόσο πιο δύσκολα θα προσαρμοστεί στα βοηθήματα ακοής και τόσο πιο δύσκολα ο εγκέφαλός του θα χρησιμοποιήσει πάλι τα ακουστικά μονοπάτια, που είναι υπεύθυνα για την επεξεργασία και την παραγωγή του ήχου. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο εγκέφαλος είναι το αληθινό όργανο της ακοής, τα αυτιά μεταδίδουν απλώς ήχους στον εγκέφαλο.
Επιπλέον, επιβάλλεται η προστασία των αυτιών από την έκθεση σε υψηλά επίπεδα θορύβου με τη χρήση ακουστικών προστασίας σε θορυβώδη περιβάλλοντα και την αποφυγή χρήσης των ακουστικών συσκευών σε υψηλή ένταση. Η καλή φροντίδα των αυτιών μπορεί να προλάβει τις φλεγμονές. Η επίσκεψη σε εξειδικευμένο ωτορινολαρυγγολόγο για τη διάγνωση και την αντιμετώπιση των προβλημάτων ακοής μπορεί να αποτρέψει την περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης, να αναστρέψει την απώλεια ακοής και να περιορίσει τις επιπλοκές.