Το ανεύρυσμα εγκεφάλου είναι μία επικίνδυνη νόσος. Η ρήξη του προκαλεί υπαραχνοειδή εγκεφαλική αιμορραγία, η οποία συνοδεύεται από υψηλό ποσοστό θνητότητας, 30-50%. Σε περίπτωση που ένα ανεύρυσμα διαγνωσθεί, χωρίς να έχει υποστεί ρήξη, στόχος είναι να εξουδετερωθεί, ώστε να μην κινδυνεύει η ζωή του ασθενούς από μια πιθανή ρήξη του ανευρύσματος και εγκεφαλική αιμορραγία στο μέλλον.
Ο Καθηγητής Νευροχειρουργικής κος Αθανάσιος Πετρίδης απαντά στις ερωτήσεις μας σχετικά με τη θεραπεία του ανευρύσματος και τονίζει πως, είτε πρόκειται για ρήξη είτε για θεραπεία ενός μη ραγέντος ανευρύσματος, ο ασθενής θα πρέπει να απευθύνεται σε νευροχειρουργό ο οποίος ειδικεύεται στην αντιμετώπιση των ανευρυσμάτων, για να σταθμίσει τους κινδύνους και να τον καθοδηγήσει στη σωστή στρατηγική αντιμετώπισης του προβλήματος.
Πώς γίνεται η διάγνωση;
Η διάγνωση μη ραγέντων ανευρυσμάτων γίνεται συνήθως τυχαία, σε μαγνητική ή αξονική τομογραφία ή αγγειογραφία που γίνεται για άλλους λόγους και δεν σχετίζονται με το ανεύρυσμα. Το ανεύρυσμα πριν τη ρήξη του συνήθως δεν προκαλεί ενοχλήματα ή συμπτώματα. Σε σπανιότερες περιπτώσεις, μπορεί να εκδηλωθεί κεφαλαλγία ή παράλυση κρανιακών νεύρων και διπλωπία.
Τι θα πρέπει να κάνει ένας ασθενής, όταν διαγνωστεί με ανεύρυσμα;
Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να διατηρήσει την ψυχραιμία του, λαμβάνοντας υπόψη ότι το ανεύρυσμα μπορεί να το φέρει ήδη για πολλά χρόνια. Έπειτα θα συμβουλευτεί έναν νευροχειρουργό που ειδικεύεται στην αντιμετώπιση ανευρυσμάτων. Εκεί θα λάβει την κατάλληλη συμβουλή, για περαιτέρω παρακολούθηση του ανευρύσματος, π.χ. με τακτικές μαγνητικές αγγειογραφίες, ή για την αντιμετώπισή του.
Πώς αντιμετωπίζεται;
Αντιμετωπίζεται με δυο μεθόδους, είτε με χειρουργική επέμβαση είτε με την ενδοαγγειακή μέθοδο. Και στις δυο περιπτώσεις χρειάζεται γενική αναισθησία. Στο χειρουργείο γίνεται τομή και διάνοιξη του κεφαλιού και το ανεύρυσμα αποκλείεται με τη χρήση ενός μεταλλικού clip, κάτι που μοιάζει με μανταλάκι. Η αντιμετώπιση του ανευρύσματος, όταν επιτυγχάνεται με τη μέθοδο αυτή (clipping), είναι οριστική.
Δεύτερη μέθοδος είναι η ενδοαγγειακή αντιμετώπιση (εμβολισμός). Εδώ με τη χρήση καθετήρα γίνεται αποκλεισμός του ανευρύσματος μέσα από το αγγείο, χωρίς να χρειάζεται να γίνει διάνοιξη του κεφαλιού. Εάν η μέθοδος ενδοαγγειακής αντιμετώπισης είναι πολύπλοκη, π.χ. με χρήση stent, τότε μπορεί να είναι απαραίτητη η λήψη αντιπηκτικών φαρμάκων από τον ασθενή. Επίσης, ο ασθενής χρήζει τακτικών επεμβατικών ελέγχων γιατί η αντιμετώπιση μπορεί να μην είναι οριστική.
Σε ένα ποσοστό, το ανεύρυσμα μετά από εμβολισμό υποτροπιάζει. Το εάν το ανεύρυσμα χρήζει θεραπείας εξαρτάται κυρίως από το μέγεθός του. Το είδος της θεραπείας που θα χρειαστεί εξαρτάται από την εντόπισή του, δηλαδή το αγγείο στο οποίο βρίσκεται.
Είναι στο χέρι του ασθενούς να διαλέξει τη μέθοδο;
Όταν π.χ. μια νεαρή ασθενής με ανεύρυσμα που χρήζει θεραπείας και είναι προσβάσιμο τόσο χειρουργικά όσο και με εμβολισμό καλείται να επιλέξει μια από τις δύο μεθόδους θα πρέπει να συμβουλευτεί τόσο έναν επεμβατικό ακτινολόγο όσο και έναν αγγειο-νευροχειρουργό!
Τονίζω το «αγγειο-νευροχειρουργός», καθώς ένας γενικός νευροχειρουργός χωρίς μεγάλη εμπειρία στη νευροχειρουργική αγγείων θα παραπέμψει συνήθως σε εμβολισμό. Μπορεί η χειρουργική επέμβαση να χρειάζεται μια τομή στο κεφάλι μετά από ελάχιστο κούρεμα των μαλλιών, αλλά η πιθανότητα υποτροπής του ανευρύσματος είναι 1%. Στον εμβολισμό αποφεύγεται η τομή, αλλά η πιθανότητα υποτροπής είναι 10 – 20% και σε περίπτωση που χρησιμοποιηθεί stent χρειάζεται αντιπηκτική θεραπεία με πιθανή απαγόρευση κύησης. Σε μεγαλύτερη ηλικία βέβαια, π.χ. μιας γυναίκας 65 ετών, τα πράγματα μπορεί να είναι διαφορετικά.
Τι θα πρέπει να συγκρατήσουν οι αναγνώστες μας;
Δύο πληροφορίες. Ο εμβολισμός δεν έχει αντικαταστήσει το χειρουργείο, αλλά είναι μια εναλλακτική, άλλοτε καλύτερη και άλλοτε χειρότερη, κάτι που δεν είναι σωστό να κρίνει ο ασθενής από μόνος του χωρίς καθοδήγηση ή με τη λήψη μονόπλευρης καθοδήγησης. Τα ποσοστά επιτυχίας ή αποτυχίας μιας θεραπείας, ιδιαιτέρως στη νευροχειρουργική των ανευρυσμάτων, εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την εμπειρία του ιατρού. Στα χέρια ενός νευροχειρουργού έμπειρου στην αντιμετώπιση ανευρυσμάτων τα ποσοστά αποτυχίας ενός χειρουργείου είναι πολύ πιο κάτω από το 1% με οριστική ίαση και χωρίς την ανάγκη οποιασδήποτε χρόνιας φαρμακευτικής θεραπείας μετεγχειρητικά.
Από τον Καθηγητή Νευροχειρουργικής κο Αθανάσιο Πετρίδη (www.drpetridis.com)