Η δυσφαγία (οι διαταραχές κατάποσης) συνδέεται με κάθε υποκειμενική ή αντικειμενική δυσκολία στην κατάποση στερεάς ή υγρής τροφής ή με εμφάνιση βήχα ή πνιξίματος κατά τη διάρκεια της κατάποσης. Είναι ένα πολύ σοβαρό σύμπτωμα, που πρέπει να αντιμετωπίζεται έγκαιρα, για να αποφευχθούν σοβαρότερες επιπλοκές για τον ασθενή.
«Η δυσφαγία μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορες ηλικίες, από νήπια μέχρι ηλικιωμένους. Μπορεί να οφείλεται σε παθήσεις της κεφαλής και του τραχήλου, κακοήθειες στην περιοχή του στόματος, του φάρυγγα, του λάρυγγα, της υπερώας, σε νευρομυϊκές παθήσεις, σε νευρολογικές παθήσεις (πολλαπλή σκλήρυνση, Πάρκινσον κ.ά.), σε αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια ή να προκύπτει μετά από κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, επιπλοκές σε χειρουργικές επεμβάσεις ή ακτινοσκόπηση στην περιοχή της κεφαλής και του τραχήλου», εξηγεί η Δρ. Ανατολή Παταρίδου, MD, χειρουργός ωτορινολαρυγγολόγος κεφαλής-τραχήλου, παιδο-ΩΡΛ, επιστημονική συνεργάτης του Νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ-ΜΗΤΕΡΑ (www.pataridou.gr).
«Στα παιδιά οφείλεται κυρίως σε συγγενείς διαταραχές, ενώ στους ηλικιωμένους κυρίως στον εκφυλισμό του κεντρικού νευρικού συστήματος, που προκαλεί προβλήματα στις λειτουργίες της κατάποσης και άλλες νευρολογικές ασθένειες, που οδηγούν σε απώλεια συνείδησης κτλ».
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι οι διαταραχές κατάποσης μπορεί να συμβούν και αιφνίδια, εάν οφείλονται σε κάποιο τροχαίο, τραύμα ή μετεγχειρητική επιπλοκή. Σε αυτές τις περιπτώσεις χρειάζεται άμεση αποκατάσταση λειτουργίας της σίτισης, για την επιβίωση του ασθενούς. Αυτό μπορεί να συμβεί με σίτιση με σωληνάκι Levin ή και γαστροστομία.
Η σημασία της σωστής διάγνωσης
Ο λόγος, που καθιστά απαραίτητη τη σωστή διάγνωση της δυσφαγίας, είναι για να εκτιμήσει με ακρίβεια ο ειδικός ωτορινολαρυγγολόγος πότε ένας ασθενής με αυτά τα προβλήματα μπορεί να λαμβάνει τροφή από το στόμα με ασφάλεια, χωρίς τον φόβο των σιωπηλών εισροφήσεων, καθώς και για να αποφασίσει το είδος των τροφών και τον τρόπο σίτισης του ασθενούς, να παρακολουθήσει την πορεία της αποκατάστασής του και να κατευθύνει τη θεραπευτική του στρατηγική.
Η διάγνωση μπορεί να γίνει με μια ειδική εξέταση, που γίνεται στο ιατρείο, στο νοσοκομείο ή και στο σπίτι, αν ο ασθενής δεν μεταφέρεται. Λέγεται FEES (Flexible Εndoscopic Εvaluation of Swallowing – ενδοσκοπική εκτίμηση της κατάποσης με το εύκαμπτο ρινοφαρυγγολαρυγγοσκόπιο).
Στα παιδιά η διάγνωση γίνεται με μια αξιολόγηση κατάποσης στο ιατρείο, ίσως και με κάποιες απεικονιστικές εξετάσεις.
Σίτιση με τοποθέτηση ρινογαστρικού σωλήνα Levin
Είναι η εισαγωγή καθετήρα από τη μύτη του αρρώστου στο στομάχι του και εξυπηρετεί την τεχνητή διατροφή του ασθενούς, όταν δεν ενδείκνυται ή δεν είναι δυνατή η λήψη τροφής από το στόμα.
Το σωληνάκι Levin είναι άκρως ενοχλητικό για τον ασθενή και μειώνει την καθημερινή ποιότητα ζωής του, ενώ χρειάζεται αντικατάσταση τουλάχιστον κάθε δέκα μέρες, μια διαδικασία αρκετά επώδυνη. Το ξένο σώμα στη μύτη και στον λαιμό είναι πολλές φορές βασανιστικό για τον ασθενή και ενίοτε προσπαθεί να το αφαιρέσει μόνος του, ειδικά όταν υπάρχει άνοια. Είναι μια εξαιρετικά δυσάρεστη κατάσταση, στην οποία ο ασθενής μπορεί να χρειάζεται ακινητοποίηση, για να μην το αφαιρεί μόνος του, καθώς κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά επικίνδυνο.
Όπως λέει η κυρία Παταρίδου: «Είναι μία μορφή σίτισης, που προτιμάται μόνο σε έκτακτες περιπτώσεις, στις οποίες η τεχνητή σίτιση δεν προβλέπεται να γίνεται μακροχρόνια. Το σωληνάκι Levin χρησιμοποιείται και σε πλύσεις στομάχου.
Οι επιπλοκές, που μπορεί να προκύψουν, είναι το πολλές φορές αιμορραγικό τραύμα του ρινοφάρυγγα, οι εισροφήσεις στον πνεύμονα, ο τραυματισμός του οισοφάγου, ο τραυματισμός ή και η διάτρηση στομάχου και πιο σπάνια η λεγόμενη μεσοθωρακίτιδα».
Γαστροστομία
Είναι η εναλλακτική μέθοδος σίτισης ασθενών με άνοια, Πάρκινσον και εγκεφαλικά επεισόδια, καθώς η σίτιση με Levin έχει σοβαρά μειονεκτήματα και δε μπορεί να παραταθεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Πλέον γίνεται αναίμακτα και χωρίς χειρουργική επέμβαση, μέσω της γαστροσκόπησης.
Είναι μια απλή και ασφαλής, πλέον, διαδικασία, που επιλέγεται παγκοσμίως ως μέθοδος σίτισης σε άτομα με διαταραχές κατάποσης, επισημαίνει η ειδικός. Σε αντίθεση με το Levin δεν ενοχλεί καθόλου τον ασθενή και η αντικατάστασή του είναι μία εντελώς ανώδυνη, ακίνδυνη και καθόλου ενοχλητική διαδικασία, που συμβαίνει μόνο μία φορά τον χρόνο.
Το σωληνάκι της γαστροστομίας στερεώνεται πολύ καλά και δεν αποφράσσεται από τροφές, ούτε προκαλεί εισροφήσεις και παλινδρομήσεις των τροφών προς τον οισοφάγο, όπως το Levin. Η τοποθέτηση του σωλήνα γαστροστομίας δεν χρειάζεται νάρκωση, παρά μόνο καταστολή του ασθενούς και η διάρκεια νοσηλείας του είναι συνήθως ένα 24ωρο.
«Οι επιπλοκές, που συνδέονται με τη γαστροστομία, είτε βραχυπρόθεσμες, είτε μακροπρόθεσμες, είναι ελάχιστες και οφείλονται κυρίως στο ότι οι ασθενείς, που έχουν ενδείξεις γαστροστομίας, είναι σοβαρά περιστατικά και ηλικιωμένοι με πολλά συνοδά νοσήματα και προϋπάρχουσες καταστάσεις, κάτι που τους καθιστά ασθενείς υψηλού κινδύνου», λέει η χειρουργός ωτορινολαρυγγολόγος κεφαλής-τραχήλου, παιδο-ΩΡΛ.
Η πιθανότητα εμφάνισης σοβαρών επιπλοκών ανέρχεται στο 3%. Μπορεί να αφορά σπανιότατα στη διάτρηση οισοφάγου (κατά την ενδοσκόπηση), στην αλλεργική αντίδραση στα φάρμακα της αναισθησίας ή στην περιτονίτιδα, στη διάτρηση κάποιου οργάνου και στην αιμορραγία.
Τραχειοστομία
Σε κάποιες περιπτώσεις, παράλληλα με την υποβοηθούμενη σίτιση, ο ασθενής μπορεί να χρειαστεί και τραχειοστομία, προς αποκατάσταση και της λειτουργίας της αναπνοής του. Πρόκειται για τη δημιουργία άμεσης επικοινωνίας της τραχείας με το περιβάλλον, μέσω μιας οπής.
Είναι η παράκαμψη της αναπνευστικής οδού του στόματος και του λάρυγγα και μπορεί να γίνει έκτακτα ή προγραμματισμένα, με γενική ή με τοπική νάρκωση. Ο τραχεισωλήνας χρειάζεται αλλαγή κάθε μήνα, τακτικές αναρροφήσεις, ενώ ο ασθενής πρέπει να σιτίζεται απαραιτήτως σε καθιστή θέση και να παραμένει σε αυτήν για μία ώρα τουλάχιστον.
Όπως υπογραμμίζει η επιστημονική συνεργάτης του Νοσοκομείου ΥΓΕΙΑ-ΜΗΤΕΡΑ, ένας ασθενής που πρόκειται να υποβληθεί σε διαδικασία διασωλήνωσης για υποβοηθούμενη σίτιση και αναπνοή (εάν είναι σε θέση να το αντιλαμβάνεται), διακατέχεται από μεγάλο φόβο για την ίδια τη διαδικασία, για τη νάρκωση, για τις επιπλοκές, για την επιβίωσή του και για την επερχόμενη αλλαγή στη ζωή του.
«Πρόκειται να αλλάξει η καθημερινή ποιότητα ζωής του, αλλά φοβάται και το αισθητικό κομμάτι. Ο θεράπων ιατρός τον προετοιμάζει με τον κατάλληλο τρόπο για την αλλαγή και η οικογένειά του πρέπει να είναι στο πλευρό του, για να του προσφέρει την απαραίτητη φροντίδα, αλλά και αγάπη, για να τον βοηθήσει να συνηθίσει τη νέα πραγματικότητα», καταλήγει η κυρία Ανατολή Παταρίδου.