Η σπερματέγχυση, μπορεί να είναι το πρώτο βήμα για την αντιμετώπιση της υπογονιμότητας. Η μέθοδος είναι απλή και οικονομική. Το ποσοστό επιτυχίας σε ομόλογη σπερματέγχυση είναι 10-15%, ενώ σε περιπτώσεις ετερόλογης σπερματέγχυσης, το ποσοστό είναι υψηλότερο (~25%).
Η ενδομήτρια σπερματέγχυση εφαρμόζεται όταν:
Οι σάλπιγγες της γυναίκας είναι υγιείς και διαβατές
Η ηλικία της γυναίκας είναι μικρότερη από 35 έτη
Το σπέρμα του συζύγου είναι φυσιολογικό ή έχει ήπιας έως μέτριας βαρύτητας προβλήματα στην ποιότητά του
Σύντομη περιγραφή:
Στις περισσότερες περιπτώσεις, πριν από τη σπερματέγχυση, προηγείται ειδική προετοιμασία της γυναίκας με ωοθυλακιορρηκτικά φάρμακα υπό τις οδηγίες του θεράποντα ιατρού της με σκοπό την αύξηση του αριθμού των ωαρίων που θα ωριμάσουν.
Για να γίνει ακόμη καλύτερος προγραμματισμός, ενδέχεται να γίνει στη γυναίκα μια υποδόρια ένεση χοριακής γοναδοτροπίνης (μιας ορμόνης που συμβάλλει στη ρήξη του ωοθυλακίου). Σε αυτή την περίπτωση μπορεί να υπολογισθεί ο χρόνος κατά τον οποίο συμβαίνει η ωοθυλακιορρηξία και να συγχρονισθεί με την σπερματέγχυση, ώστε η διαδικασία να είναι ακόμη πιο αποτελεσματική.
Το σπέρμα υποβάλλεται σε κατάλληλη επεξεργασία και εμπλουτισμό στο εργαστήριο και στη συνέχεια εναποτίθεται απευθείας στο εσωτερικό της μήτρας με τη βοήθεια ειδικού, λεπτού καθετήρα. Με τον τρόπο αυτό περισσότερα σπερματοζωάρια βρίσκονται κοντά στη σάλπιγγα, όπου φυσιολογικά συμβαίνει η συνάντηση του σπερματοζωαρίου με το ωάριο, δηλαδή η γονιμοποίηση.
Η διαδικασία της σπερματέγχυσης διαρκεί λίγα λεπτά και είναι ανώδυνη.
Από τον μαιευτήρα γυναικολόγο Νικόλαο Γεωργογιάννη