Η κλιματική αλλαγή είναι μια πραγματικότητα και σύμφωνα με αξιόπιστες προβλέψεις πρόκειται να ενταθεί στα επόμενα χρόνια. Συνιστά σοβαρή απειλή για την αρτιότητα της αναπνευστικής λειτουργίας, αυξάνοντας την επίπτωση και επάγοντας τη σοβαρότητα πληθώρας πνευμονοπαθειών και την έκθεση σε παράγοντες κινδύνου για αναπνευστικές παθήσεις.
Η Πνευμονολόγος – Φυματιολόγος του Ομίλου Affidea Σοφία Ραυτοπούλου, μας μιλάει για αυτές.
Ποιες είναι οι σοβαρότερες επιπλοκές της κλιματικής αλλαγής;
Η κλιματική αλλαγή αυξάνει το ατμοσφαιρικό φορτίο σε αλλεργιογόνα, μυκητιασικές τοξίνες, συγκεντρώσεις του Ο3 και αιωρούμενων σωματιδίων. Οι σοβαρότερες και συχνότερες επιπλοκές είναι το άσθμα, η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ), οι λοιμώξεις του αναπνευστικού από ιούς, μικρόβια, μύκητες και οι βρογχιολίτιδες.
Πρόσφατες επιδεινώσεις των μετεωρολογικών συνθηκών έχουν απολήξει σε αύξηση της νοσηρότητας και θνητότητας, ιδίως μεταξύ επιρρεπών ατόμων, με προϋπάρχουσες καρδιοπνευμονικές παθήσεις. Η κλιματική αλλαγή, λοιπόν, δεν είναι μόνο ένα μετεωρολογικό και οικονομικό πρόβλημα, αλλά πρωτίστως ένα σοβαρό και απειλητικό πρόβλημα δημόσιας υγείας, ιδίως οι παροξύνσεις των χρόνιων αγγειοκαρδιοπνευμονικών παθήσεων, ενώ επίσης μπορεί να προκαλέσει αύξηση της επίπτωσης και της διασποράς των αναπνευστικών λοιμώξεων.
Ποιος ο ρόλος της, στην επιδημιολογία του πληθυσμού;
Οι κλιματικές μεταβολές πιστεύεται ότι έχουν καθορίσει ορισμένα επιδημιολογικά δεδομένα σε παγκόσμια κλίμακα, αφού μεταξύ άλλων έχουν δημιουργήσει τις ιδανικές συνθήκες για την εξάπλωση μολυσματικών ασθενειών, όπως η ελονοσία και o δάγκειος πυρετός. Επιπλέον, εκτιμάται ότι θα προσθέτουν κάθε χρόνο 250.000 θανάτους για τα έτη 2030-2050, με τεράστιο οικονομικό κόστος, μεταβάλλοντας σημαντικά τα δεδομένα που σχετίζονται με την υγεία και την ευημερία των πληθυσμών.
Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει την επίπτωση βακτηριακών, ιογενών και μυκητιασικών λοιμώξεων του αναπνευστικού, αλλά σημειώνεται εποχική και ετήσια διακύμανση στα κοινά επιδημιολογικά κύματα, όπως της γρίπης και του αναπνευστικού συγκυτιακού ιού και των επαγόμενων βακτηριακών πνευμονιών. Η αύξηση της διακύμανσης της θερμοκρασίας, παρουσία υψηλών δεικτών ατμοσφαιρικής ρύπανσης, συνεπάγεται αύξηση της επίπτωσης των μικροβιακών πνευμονιών και κατά συνέπεια των εισαγωγών, ιδιαίτερα μεταξύ των ηλικιωμένων. Η από ημέρα σε ημέρα ή και κατά τη διάρκεια του 24ώρου διακύμανση της θερμοκρασίας -επίσης φαινόμενο αποδιδόμενο στην κλιματική αλλαγή- έχει δυσμενείς συνέπειες στην επίπτωση της πνευμονίας παιδιών και ενηλίκων.
Ποιοι μηχανισμοί ενοχοποιούνται για την έκτροπη αυτή κατάσταση;
Ενοχοποιούνται διάφοροι μηχανισμοί, μεταξύ των οποίων οι μεταβαλλόμενοι ρυθμοί καθίζησης των αιωρούμενων στην ατμόσφαιρα μικροσωματιδίων, τα περισσότερα των οποίων είναι έμφορτα παθογόνων μικροοργανισμών, η συγκέντρωση εντός κλειστών χώρων κατά τη διάρκεια παρατεταμένων περιόδων βροχοπτώσεων, η αύξηση της κατανάλωσης καυσίμων για θέρμανση και τέλος η διακύμανση της ακμαιότητας των αμυντικών μηχανισμών, λόγω ανεπάρκειας βιταμίνης D, απότοκης διακύμανσης στην ηλικιακή έκθεση.
Υπάρχει λοιπόν, αλληλεξάρτηση μεταξύ της οικολογικής καταστροφής και της έξαρσης των επιδημιών…
Δίχως άλλο… και η ανθρωπότητα βρίσκεται σήμερα απέναντι σε δύο κορυφαίες προκλήσεις: την αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19 και την καταστροφή του περιβάλλοντος. Το κοινό στοιχείο των δύο είναι ότι πρόκειται για έναν αόρατο εχθρό του οποίου τη δύναμη αρχικά, μάλλον υποτιμήσαμε. Η διαφορά είναι ότι, ενώ οι επιπτώσεις της COVID-19 είναι άμεσες και σαρωτικές, εκείνες της καταστροφής του περιβάλλοντος και της κλιματικής αλλαγής εξελίσσονται σε βάθος χρόνου.
Πώς, όμως, συνδέεται η καταπολέμηση των δύο; Ουσιαστικά η δεύτερη «θρέφει» τις πανδημίες, κάτι που σημαίνει πως, εάν προστατεύσουμε το περιβάλλον μας, θα θωρακίσουμε και τη δημόσια υγεία.